Τρίτη 6 Αυγούστου 2024


ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΥΚΑΝΙΚΟ 

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα ποντίκι, ένα πουλί κι ένα λουκάνικο, που ζούσανε μαζί στο ίδιο σπίτι, μοιράζονταν το φαγητό και τις δουλειές τους και περνούσαν ζωή και κότα. Το πουλάκι έπρεπε να πηγαίνει κάθε μέρα στο δάσος και να μαζεύει ξυλαράκια. Το ποντίκι έπρεπε να κουβαλάει νερό, ν' ανάβει τη φωτιά και να στρώνει το τραπέζι. Και το λουκάνικο μαγείρευε. Αλλά όποιος περνάει καλά, δεν κάθεται στ' αυγά του, παρά κοιτάζει διαρκούς να βρει άλλα, καινούργια! Μια μέρα, λοιπόν, που το πουλάκι πήγαινε στο δάσος να μα ζέψει ξύλα, συνάντησε ένα άλλο πουλί κι άρχισε να κορδώνεται για την καλή του τύχη και για το σπιτικό του. Ο καινούργιος του φίλος όμως γέλασε και του είπε πως ήταν μεγάλο κορόιδο, που δούλευε για να κάθονται οι άλλοι και να τεμπελιάζουν στο σπίτι. Γιατί μόλις το ποντίκι έφερνε νερό κι άναβε τη φωτιά, έπεφτε για ύπνο, ώσπου να το φωνάξουν να στρώσει το τραπέζι. Και το λουκάνικο καθόταν κοντά στη φωτιά, κοίταζε το φαγητό να βράζει, κι όταν έφτανε η ώρα να φάνε, τρύπωνε για λίγο μέσα στη χύτρα, μαζί με το ρύζι ή με τα λαχανικά, κι έτσι το φαγητό τους γινόταν αλατισμένο και νόστιμο. Κι όταν γύριζε το πουλάκι και ξεφόρτωνε τα ξύλα, κάθονταν όλοι στο τραπέζι, έτρωγαν κι έπεφταν για ύπνο, μέχρι την άλλη μέρα το πρωί. Και ζούσαν ζωή χαρισάμενη.



Άκουσε τις κοροϊδίες το πουλάκι και την άλλη μέρα πείσμωσε και δεν ήθελε να πάει για ξύλα στο δάσος. Αρκετά είχε δουλέψει σαν το σκλάβο, είπε. Αρκετά είχαν τεμπελιάσει στις δικές του πλάτες. Είχε έρθει πια η ώρα ν' αλλάξουν και να μοιράσουν αλλιώς τις δουλειές. Κι όσο κι αν προσπαθούσαν να του αλλάξουν μυαλά το ποντίκι και το λουκάνικο, το πουλί ήταν αμετάπειστο. Έβαλαν λοιπόν κλήρο, κι ο κλήρος έπεσε στο λουκάνικο, να πάει στο δάσος για ξύλα το ποντίκι έγινε μάγειρος και το πουλί έπρεπε να φέρει νερό, ν' ανάψει φωτιά και να στρώσει το τραπέζι. Και πράγματι έτσι έγινε. Το λουκάνικο έφυγε να πάει για ξύλα. Το πουλάκι άναψε τη φωτιά, το ποντίκι έβαλε τη χύτρα να βράσει και περίμεναν κι οι δυο τους να γυρίσει το λουκάνικο να φέρει τα ξύλα για την άλλη μέρα. Το λουκάνικο όμως αργούσε και πίσω δεν γύριζε, ώσπου οι άλλοι δυο άρχισαν ν' ανησυχούν και το πουλί πέταξε λίγο πιο πέρα, να δει τι είχε γίνει. Λεν πρόλαβε να πάει μακριά και τι να δει; Ένας σκύλος είχε αρπάξει το λουκάνικο και το πήγαινε στο σπίτι του για να το φάει. Το πουλί έβαλε τις φωνές και σταμάτησε το σκυλί. Κανένα δικαίωμα δεν είχε, του είπε, ν' αρπάξει το λουκάνικο και να το φάει. Αυτό ήταν ληστεία και φόνος. Του κάκου, όμως. Το σκυλί δήλωσε ότι είχε βρει το λου- κάνικο στο δάσος κι άρα ήταν πια δικό του και μπορούσε να το φάει. Στενοχωρημένο το πουλάκι φορτώθηκε τα ξύλα, γύρισε στο σπίτι και είπε στο ποντίκι όσα είχε δει κι είχε ακούσει. Έκλαψαν κι οι δυο τους, αλλά αποφάσισαν να μείνουν μαζί και να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να τα καταφέρουν. Έστρωσε λοιπόν το πουλί το τραπέζι και το ποντίκι ετοίμασε το φαγητό και γλίστρησε κι αυτό μέσα στη χύτρα, όπως έκανε πάντα το λουκάνικο, για ν' αλατίσει και να νοστιμίσει το ρύζι. Αλλά πριν προλάβει καλά καλά να πέσει μέσα στη χύτρα, έσκασε μέσα στο ρύζι το βραστό κι έχασε τη ζωή του. Όταν γύρισε το πουλάκι κι ετοιμάστηκε να σερβίρει το φαγητό στα πιάτα, πουθενά ο μάγειρος. Ανάστατο το πουλί έψαξε στα ξύλα, έψαξε, αλλά δεν μπόρεσε να βρει πουθενά το ποντίκι. Απ' τη βιασύνη και την στενοχώρια του δεν πρόσεξε κι η φωτιά έφτασε στα ξύλα και φούντωσε. Φοβισμένο πέταξε το πουλάκι να φέρει νερό, για να τη σβήσει. Αλλά τού 'πεσε ο κουβάς στο πηγάδι και μαζί με τον κουβά έπεσε κι αυτό και πνίγηκε.


Πηγή από:ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΓΚΡΙΜΜ -Εκδόσεις ΑΓΡΑ
Α τόμος 
Μετάφραση: ΜΑΡΙΑ ΑΓΓΕΛΙΔΟΥ 
Τίτλος πρωτοτύπου: Kinder - und Hausmärchen 
Παραμύθια για τα παιδιά και την οικογένεια

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

 


 THE FOXGLOVE FAIRIES 



Ο νεαρός Rhiwallon περπατούσε δίπλα σε μια λίμνη ένα βράδυ, όταν από την ομίχλη αναδύθηκε μια χρυσή βάρκα. Μια πολύ όμορφη κοπέλα κωπηλατούσε τη βάρκα με χρυσά κουπιά. Γλίστρισε απαλά στην ομίχλη πριν να προλάβει να της μιλήσει. Ο Rhiwallon επέστρεφε κάθε απόγευμα αναζητώντας την κοπέλα και όταν δεν τη βρήκε, ζήτησε συμβουλές από έναν σοφό άνθρωπο. Είπε στον Rhiwallon va

της προσφέρει τυρί. Ο Rhiwallon της προσφέρει τυρί. Ο Rhiwallon έκανε όπως του είπε ο σοφός άνθρωπος, Όταν εμφανίστηκε η κοπέλα και πήρε την προσφορά του, βγήκε στη στεριά, έγινε γυναίκα του και του γέννησε τρεις γιους.


"Αφού οι γιοι μεγάλωσαν και ο μικρότερος έγινε άντρας, η γυναίκα του Rhiwallon κωπηλάτησε στη λίμνη μια μέρα και επέστρεψε με ένα μαγικό κουτί με κοσμήματα. Είπε στον Rhiwallon ότι πρέπει να τη χτυπήσει τρεις φορές για να επιστρέψει στην ομίχλη για πάντα. Εκείνος αρνήθηκε να 


τη χτυπήσει, αλλά το επόμενο πρωί, καθώς τελείωσε το πρωινό του και ετοιμαζόταν να πάει στη δουλειά, ο Rhiwallon χτύπησε με στοργή τη γυναίκα του στον ώμο τρεις φορές. Αμέσως ένα σύννεφο ομίχλης την τύλιξε και εξαφανίστηκε. Πίσω έμεινε το στολισμένο μαγικό κουτί. Όταν οι τρεις γιοι το άνοιξαν, βρήκαν μια λίστα με όλα τα φαρμακευτικά βότανα, συμπεριλαμβανομένου του, foxglove με πλήρεις οδηγίες για τη χρήση και τις θεραπευτικές τους ιδιότητες. Με αυτή τη γνώση οι τρεις γιοι έγιναν πιο διάσημοι από τους γιατρούς».


Ευχαριστούμε που μας διαβάσατε 





Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

 



ΚΑΜΠΑΝΕΣ ΓΑΜΟΥ


Μια όμορφη ανοιξιάτικη μέρα, ένα ξανθό και όμορφο κοριτσάκι, που λεγόταν Ντόροθι, πήγε να μαζέψει ένα 

μάτσο αγριολούλουδα στο δάσος κοντά στο σπίτι της. 

Την επόμενη ημέρα θα ήταν η Πρωτομαγιά και η Ντόροθι ήθελε τα λουλούδια να στολίσουν τον Μάη της. Υπήρχαν υπέροχα κίτρινα primroses και έναστρες λευκές και μοβ βιολέτες που φύτρωναν στην καρδιά του δάσους ανάμεσα στις μικροσκοπικές φτέρες, που κρυφοκοιτάζανε εδώ κι εκεί από το χαλί των bluebells, που απλώνονταν κάτω από τα δέντρα προς όλες τις κατευθύνσεις. Σε ελάχιστο χρόνο η Ντόροθι έκανε ένα υπέροχο μεγάλο μάτσο και το έδεσε με φύλλα φτέρης. Έχοντας στο μυαλό της ότι θα ξεκουραζόταν λίγο, κάθισε σε μια όχθη με βρύα κοντά σε ένα σκιερό ρέμα. Τα πουλιά τραγούδησαν στα φύλλα πάνω από το κεφάλι, το δάσος ήταν ήσυχο και όμορφο. Ξαφνικά συνέβη ένα πολύ εκπληκτικό πράγμα, όλα τα λουλουδάκια bluebells ‘’μπλε κουδούνια’’τριγύρω άρχισαν να χτυπούν! Έπαιξαν μια τόσο χαρούμενη μελωδία, και τα ψηλά, επιβλητικά ροζ foxgloves ‘’ροζ αλεπούδες’’χτυπούσαν με τις βαθύτερες νότες τους.

Αυτό πρέπει να ήταν το σήμα για να ξεκινήσει η διασκέδαση, καθώς ακούγονταν ενθουσιασμένα 


τριξίματα και γέλια από ένα σωρό φτέρη εκεί κοντά, 

και μικροσκοπικές φωνές ακούγονταν να χαιρετίζουν 

η μία την άλλη. Τότε η Ντόροθι είδε κάτι να κινείται πολύ γρήγορα μέσα από τα στρογγυλά φύλλα, βγήκε ένα ολόλευκο κουνέλι. Ένα τόσο όμορφο το λευκό κουνέλι, ντυμένο με πλούσιο γαλάζιο σατέν, που κουβαλάει περήφανα μια υπέροχη γαμήλια τούρτα. Τον ακολούθησαν εκατοντάδες ζωάκια του δάσους με γούνινα όπως σκίουροι, ποντίκια αγρού, κουνέλια και τυφλοπόντικες και πολλοί μικροί. Υπήρχαν νεράιδες, πιξί, καλικάντζαροι και ξωτικά, που γελούσαν όλοι μαζί τόσο χαρούμενα καθώς περπατούσαν στο μονοπάτι του δάσους πίσω από 

το λευκό κουνέλι. Η Ντόροθι ήταν πολύ περίεργη, έτσι άφησε κάτω τα λουλούδια της και ακολούθησε να δει πού πήγαν τα μικρά ζωάκια και οι νεράιδες. Πολύ προσεκτικά μπήκαν όλοι μέσα και έξω από τα primroses ‘’πριμουλεσ’’ και τις βιολέτες, έτσι ώστε να μην τραυματιστεί ή να πληγωθεί ένα πέταλο, μέχρι που έφτασαν στο τέλος και οι μπλε καμπάνες σταμάτησαν να χτυπούν. Όλα ήταν τόσο ήσυχα και ακίνητα. Μια τσίχλα έβγαλε τρεις γλυκές, καθαρές νότες και αμέσως τα μπλε κουδούνια χώρισαν στο ξέφωτο, σχηματίζοντας μια αψίδα πάνω από το κεφάλι, και τα γούνινα πλάσματα του δάσους και όλος ο μικρός λαός των νεράιδων παρατάχθηκαν σε κάθε πλευρά, με κάθε μικροσκοπικό πρόσωπο χαρούμενο από ενθουσιασμό.

Για άλλη μια φορά η τσίχλα έβγαλε τρεις νότες και η μουσική άρχισε να ηχεί ξανά, αυτή τη φορά παίζοντας το Wedding March. Περπατώντας αργά προς το μέρος της μέσα από την αψίδα, η Ντόροθι είδε το πιο όμορφο ζευγάρι νεράιδων, έναν βασιλικό πρίγκιπα και μια πριγκίπισσα! Εκείνη το ήξερε


Όλες οι φωτό από: Pinterest 


Πηγή:https://nla.gov.au/nla.obj-2600932/view?partId=nla.obj-2656867


Ευχαριστούμε που μας διαβάσατε 



ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΥΚΑΝΙΚΟ  Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα ποντίκι, ένα πουλί κι ένα λουκάνικο, που ζούσανε μαζί στο ίδιο σπίτι, ...